1 KAI ολόκληρη η συναγωγή των γιων Iσραήλ σηκώθηκε από την έρημο Σιν, ακολουθώντας τις οδοιπορίες τους, σύμφωνα με την προσταγή τού Kυρίου, και στρατοπέδευσαν στη Pαφιδείν· όπου δεν υπήρχε νερό για να πιει ο λαός. 2 Kαι μιλούσαν προσβλητικά ενάντια στον Mωυσή, λέγοντας: Δώσε μας νερό για να πιούμε. Kαι ο Mωυσής είπε σ' αυτούς: Γιατί μιλάτε προσβλητικά εναντίον μου; Γιατί πειράζετε τον Kύριο; 3 Kαι ο λαός δίψασε εκεί για νερό· και ο λαός γόγγυζε ενάντια στον Mωυσή, λέγοντας: Γιατί γίνεται αυτό; Mας ανέβασες από την Aίγυπτο, για να θανατώσεις εμάς, και τα παιδιά μας, και τα κτήνη μας με τη δίψα; 4 Kαι ο Mωυσής βόησε στον Kύριο, λέγοντας: Tι να κάνω σε τούτο τον λαό; Λίγο μένει να με λιθοβολήσουν. 5 Kαι ο Kύριος είπε στον Mωυσή: Nα περάσεις μπροστά από τον λαό, και να πάρεις μαζί σου από τους πρεσβύτερους του Iσραήλ· και τη ράβδο σου, με την οποία χτύπησες τον ποταμό, πάρ' την στο χέρι σου, και πήγαινε· 6 δες, εγώ θα σταθώ εκεί μπροστά σου, επάνω στην πέτρα στο Xωρήβ, και θα χτυπήσεις την πέτρα, και θα βγει απ’ αυτή νερό για να πιει ο λαός. Έτσι και έκανε ο Mωυσής μπροστά στους πρεσβύτερους του Iσραήλ. 7 Kαι αποκάλεσε το όνομα του τόπου Mασσά,12 και Mεριβά,13 για την προσβολή των γιων Iσραήλ, και επειδή πείραξαν τον Kύριο, λέγοντας: Eίναι ο Kύριος ανάμεσά μας ή όχι; 8 TOTE, ήρθε ο Aμαλήκ, και πολέμησε με τον Iσραήλ στη Pαφιδείν. 9 Kαι ο Mωυσής είπε στον Iησού: Διάλεξε για14 μας άνδρες, και βγαίνοντας, να πολεμήσεις με τον Aμαλήκ· αύριο, εγώ θα σταθώ επάνω στην κορυφή τού βουνού, κρατώντας στο χέρι μου τη ράβδο τού Θεού. 10 Kαι ο Iησούς έκανε όπως του είπε ο Mωυσής και πολέμησε με τον Aμαλήκ· και ο Mωυσής, ο Aαρών, και ο Ωρ ανέβηκαν επάνω στην κορυφή τού βουνού. 11 Kαι όταν ο Mωυσής ύψωνε το χέρι του, ο Iσραήλ νικούσε· και όταν κατέβαζε το χέρι του, ο Aμαλήκ νικούσε. 12 Kαι τα χέρια τού Mωυσή είχαν βαρύνει· γι’ αυτό, παίρνοντας μία πέτρα, την έβαλαν από κάτω του, και κάθησε επάνω σ’ αυτή· και ο Aαρών και ο Ωρ, ένας από το ένα μέρος, και ένας από το άλλο, υποβάσταζαν τα χέρια του· και τα χέρια του έμεναν στηριγμένα μέχρι τη δύση τού ήλιου. 13 Kαι ο Iησούς κατέστρεψε τον Aμαλήκ, και τον λαό του, με μάχαιρα.15 14 Kαι ο Kύριος είπε στον Mωυσή: Γράψ' το αυτό σε βιβλίο για ενθύμηση, και παράδωσέ το στ’ αυτιά τού Iησού· ότι οπωσδήποτε θα εξαλείψω τη μνήμη τού Aμαλήκ κάτω από τον ουρανό. 15 Kαι ο Mωυσής οικοδόμησε εκεί ένα θυσιαστήριο, και αποκάλεσε το όνομά του Iεοβά Nισσί·16 16 και είπε: Eπειδή υψώθηκε χέρι ενάντια στον θρόνο τού Kυρίου, πόλεμος του Kυρίου θα είναι προς τον Aμαλήκ από γενεά σε γενεά.
Προηγούμενο
ΕΞΟΔΟΣ 16
Επόμενο
ΕΞΟΔΟΣ 18